Απλώνεται αργά… κι αγέρωχα η νύχτα κι απόψε κι ενώνει μες στο πέπλο της, γη κι ουρανό… κι ο άνεμος έστησε χορό μες στο σκοτάδι! Αναρριγούν τα φύλλα της ελιάς στο αγγιγμά του κι αγκαλιάζονται τα μεθυσμένα της κλαδιά με δέος. Προσκυνούν τ΄αγέρωχα κυπαρίσια.. στο διάβα του κι η κληματαριά φοβισμένη απλώνει το φυλλωμά της για να προστατεύσει τους ώριμους καρπούς της, να συγκρατήσει έτσι.. προσπαθεί, το ξέφρενο μεθύσι!
Ακούγεται η ηχώ να προσκαλεί τον νάρκισσο για ένα τελευταίο ερωτικό χορό μες στο σκοτάδι, τα κύματα φέρνουν τον απόηχο του πόθου της, και συναντούν του βράχου την σκληράδα… Ουρλιάζει ο άνεμος από θυμό.. χορεύοντας στο πέλαγος μοναχικός και πληγωμένος, σαν προδομένος εραστής! Κι η θάλασσα φουσκώνει.. μεθούν τα πλοία της γραμμής οι βάρκες χοροπηδούν, σαν ξεχασμένες φλούδες καρυδιάς και συνεχίζει τ’ανέμου ο χορός… μες στο σκοτάδι! Lunapiena |